- ιδιομυϊκός
- -ή, -όαυτός που αναφέρεται στις μυϊκές συστολές οι οποίες παράγονται χωρίς παρέμβαση νευρικής διεγέρσεως ή τεχνητού ερεθίσματος.[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. idiomusculaire < idio- (πρβλ. ιδιο-) + musculaire «μυϊκός»].
Dictionary of Greek. 2013.